- προσεποιεῖτο
- προσποιέωmake over toimperf ind mp 3rd sg (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσεποιεῖτ' — προσεποιεῖτο , προσποιέω make over to imperf ind mp 3rd sg (attic epic) προσεποιεῖτε , προσποιέω make over to imperf ind act 2nd pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εμμελής — ές (Α ἐμμελής, ές) μελωδικός, αρμονικός αρχ. 1. (για ποιητή) γλυκός, μελωδικός 2. (για πράγμ.) καλαίσθητος, κομψός 3. πετυχημένος («τὴν ἐμμελῆ ταύτην... ἐπὶ τῷ καλῷ προσεποιεῑτο παιδείαν», Πλούτ.) 4. μέτριος, μικρός 5. (για πρόσ.) ευπρεπής,… … Dictionary of Greek